
ΚΕΠΕ: Μεγαλώνει η απόσταση πλουσίων και φτωχών εισοδημάτων
«Το πληθωριστικό σοκ της περιόδου 2021-2022 έπληξε δυσανάλογα τα φτωχά νοικοκυριά, ενώ διεύρυνε την απόσταση των πλουσίων από όλες τις άλλες εισοδηματικές ομάδες». Και προφανώς συνεχίζεται.
Οι διαπιστώσεις του ΚΕΠΕ(Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών) αναλύουν με σαφήνεια το ράλι των τιμών σε σχέση με το εισόδημα και αναδεικνύουν ότι τα μέτρα δεν επαρκούν. Τεκμηριώνει όμως και την κριτική άποψη ότι η επικρατεί πολιτική ανισοτήτων.
Ειδικότερα τονίζεται ότι:
Η αρνητική επίπτωση του πληθωρισμού και του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή στα φτωχότερα νοικοκυριά έχει πλέον συμβεί, αλλά το ενδεχόμενο να εδραιωθεί μια κατάσταση όπου τα φτωχότερα νοικοκυριά θα αντιμετωπίζουν έναν σταθερά υψηλότερο του μέσου όρου ΔΤΚ, δηλαδή η επίπτωση να μην είναι στιγμιαία, συνιστά παράμετρο ανησυχίας.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι η κύρια πηγή των αυξήσεων προέρχεται από τα τρόφιμα και την ενέργεια που επενεργεί τόσο στις μετακινήσεις όσο και στις δαπάνες κατοικίας, η έμφαση πρέπει να προσανατολιστεί σε αυτά τα πεδία. Πέραν αυτών, σημαντική απόκλιση (εις βάρος των φτωχότερων) παρουσιάζεται και στις δαπάνες τηλεπικοινωνιών για τις οποίες πρέπει να ενεργοποιηθούν μέτρα αποκλιμάκωσης των τιμών.
Τα μέτρα ελέγχου των τιμών παραμένουν σημαντικά. Σε αυτό το πλαίσιο, η ενδεχόμενη (και σε κάποια στιγμή αναγκαία) απόσυρση ορισμένων μέτρων συγκυριακού χαρακτήρα πρέπει να συνδυαστεί με διαρθρωτικού τύπου παρεμβάσεις με στόχο την ενίσχυση του ανταγωνισμού στις αγορές προϊόντων/υπηρεσιών, με έμφαση στις αγορές στις οποίες παρατηρούνται υψηλά επίπεδα συγκέντρωσης (Σ.Σ. καρτέλ).
Αυτές οι παρεμβάσεις εκ των πραγμάτων πρέπει να περιλαμβάνουν μέτρα ελέγχου αλλά χρειάζεται να συμπληρωθούν από μέτρα ενίσχυσης του «πλουραλισμού μεγέθους» του επιχειρηματικού τομέα.
Ωστόσο, οι παρεμβάσεις με στόχο τον έλεγχο των τιμών δεν επαρκούν. Το υψηλό ποσοστό νοικοκυριών με δαπάνες που υπερβαίνουν το εισόδημα συνιστά μηχανισμό αποσταθεροποίησης της οικονομίας.
Η συγκέντρωση αυτών των νοικοκυριών μεταξύ των φτωχότερων, εκείνων με κύριο εισόδημα από επιδόματα και μεταξύ των μονογονεϊκών οικογενειών αυξάνει τις αρνητικές κοινωνικές επιπτώσεις αυτού του μηχανισμού.
Οι έλεγχοι των τιμών και τα συναφή μέτρα θα περιορίσουν τον πληθωρισμό αλλά δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν την ακρίβεια, δηλαδή, τις υψηλές τιμές.
Ο περιορισμός του προβλήματος σχετίζεται με την αύξηση του σχετικού εισοδήματος των ομάδων που πλήττονται περισσότερο μέσω της αύξησης του ονομαστικού τους εισοδήματός. Σε αυτή την κατεύθυνση, τα σημαντικά ζητήματα αποτελούν:
(α) η αναπροσαρμογή των κοινωνικών επιδομάτων βάσει του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή,
(β) ο ρυθμός μεγέθυνσης της απασχόλησης και αντίστοιχα μείωσης της ανεργίας,
(γ) ο ρυθμός μεταβολής των ονομαστικών μισθών και
(γ) η εμβάθυνση των μέτρων στήριξης των μονογονεϊκών οικογενειών.